A review by divxalex
Better off Dead by Lee Child, Andrew Child

1.0

«Καλύτερα νεκρός» (για τον αναγνώστη πρόκειται, δεδομένου ότι το βιβλίο είναι πολύ απολαυστικό με φλαταρισμένο εγκεφαλογράφημα)

Είναι πιθανό ο Lee να έχει παραδώσει τη σκυτάλη στο τσουτσέκι τον Άντριου, ο οποίος δεν μπορεί καν να γράψει μια ιστορία της προκοπής με τον τελευταίο επί γης Νεάντερταλ. Θέλω να πω, δε διεκδικούσαν δάφνες ποιότητας τα βιβλία του Ρίτσερ, αλλά είχαν ένα je ne sais quoi που τα έκανε να διαβάζονται, ακόμη κι αν ήταν απλώς ότι γελούσες με τις υπερβολές του συγγραφέα. Πλέον, πάει και αυτό. Άχαρο, ανούσιο, ανιαρό και σχεδόν προϊόν αγγαρείας, το «Better off dead» δείχνει ότι η σειρά ίσως είναι καιρός να πάει να συναντήσει το Χριστούλη, να κάνει ένα μεγάλο ταξίδι, ό,τι λέμε τέλος πάντων στα παιδιά όταν πεθαίνει ένα ζωάκι.

Στα δικά μας τώρα.

Ένας τύπος με "κοψιά Ρίτσερ", στη μέση του πουθενά, σακατεύει κόσμο. Είναι το στυλ του ανθρώπου που μπορεί να σε δείρει και με τα παπούτσια του. Τα οποία παπούτσια του όπως μαθαίνουμε με τον καιρό βελτιώνονται σαν το καλό κρασί... Παπούτσια που με τον καιρό έχουν γίνει "συμπαγή σαν ατσάλι" (ότι διαβάσατε, δεν τα βγάζω από το μυαλό μου). Κάτι μάλλον άβολο αν είσαι ο τύπος που περπατάει το μεγαλύτερο μέρος των διαδρομών του. Όλα αυτά, μέχρι που εμφανίζεται μια γυναίκα και τον πυροβολεί. Τσάμπα ξύλο τόση ώρα...

Στη συνέχεια μεταφερόμαστε στο νεκροτομείο μίας πόλης όπου ο 72χρονος γιατρός υποδέχεται τον "χαρωπό", το "αλογάκι της παναγίτσας" και έναν ακόμη τύπο, οι οποίοι δείχνουν ενδιαφέρον για το πτώμα που δημιουργήθηκε στην προηγούμενη παράγραφο. Ενα πτώμα που έχει πάνω του το διαβατήριο του Jack Reacher.

Κάπου εκεί, για κάποιο λόγο, περνάμε σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση και ο Ρίτσερ μας διηγείται πώς γνώρισε την κουτσή. Η οποία κουτσή, λίγο παρακάτω, θα θέσει εκτός μάχης 2 μάχιμους τύπους με όπλα, και θα τους αφήσει ως legit πτώματα στην έρημο (αφού τους έδειρε λιγάκι, υποθέτω για να μαλακώσουν). Και ενώ όλα αυτά τα ήδη «πολύ πιστευτά» λαμβάνουν χώρα, στο τέλος του κεφαλαίου -πολύ λογικά- η κουτσή έφερε το πιστόλι της το δικό της κρόταφο και ετοιμάστηκε να πατήσει τη σκανδάλη, ενώ ο αναγνώστης μπαίνει στον πειρασμό να κάνει ακριβώς το ίδιο.

Από κει και μετά ακολουθεί συγγραφικός κατήφορος. Η κουτσή και ο Ρίτσερ θα συνεργαστούν για να λύσουν μια υπόθεση στην οποία εμπλέκονται άραβες τρομοκράτες, αμερικάνικα καθοίκια, μπράβοι που σπάνε με μισό χαστούκι και τα ξερνάνε όλα, μπράβοι που αυτοκτονούν με το παραμικρό επειδή ο αρχίκακος είναι… ΠΟΛΥ κακός και δε θέλουν να τα ξεράσουν όλα όταν ο Ρίτσερ είναι έτοιμος να τους αρχίσει στα χαστούκια, ο αδελφός της κουτσής, η κουτσή Μαρία, τρομοκράτες με βόμβες με χημικά (γατάκι Τσάιλντ, για έλα Πτολεμαΐδα) αξιωματούχοι των ΗΠΑ που χρωστάνε χάρες στο Ρίτσαρο, η γκόμενα του χαμένου αδελφού (καμία σχέση με το «του νεκρού αδελφού», βλ. ανθολόγιο 6ης δημοτικού, πανάθεμά σε Κωσνταντή). Υλικό δηλαδή, που δίνει ευκαιρίες για «της μουρλής της πανηγύρι», αλλά τελικά λόγω διαχείρισης ξεπέφτει σε μια κάτω του μετρίου βαρετή ιστορία με χλαπατσερές ανατροπούλες, ξύλο που δε συγκινεί ούτε άρτι χηρεύσασα, χώρια που ένας από τους μπράβους του κακού λέγεται Μανσούρ, που αναπόφευκτα δημιουργεί συνειρμούς με το «παράξενο βασίλειο του προφήτη Μανσούρ στον Καύκασο» (δεν είπα ποτέ ότι είμαι νορμάλ, αλλά είναι ένα εξαιρετικό βιβλιαράκι από τις αρκετά τίμιες εκδόσεις ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ, δώστε του μια ευκαιρία).

Ουφ. Και πολλά έγραψα. Η σειρά φθίνει, ο Ρίτσερ δέρνει με το ζόρι, η υπόθεση μπάζει από παντού, πολλά σημεία μένουν αναπάντητα, ή δεν καλύπτονται επαρκώς (οι μεξικάνοι που παίζουνε ποδόσφαιρο, τι φάση;), γενικώς μια ήττα.

Θα έβαζα δύο αστεράκια αν ο λεβέντης έκανε ψυχικό στην κοψοπόδαρη (έστω, για λόγους σεξουαλικής συμπερίληψης -μισώ τη λέξη) και την κερνούσε ριτσέρειο κρεατόβεργα, αλλά ούτε αυτό δεν έλαβε χώρα και συνέχισε -με τον προστάτη του υποθέτω να έχει φτάσει σε μέγεθος πορτοκαλιού- την πορεία του προς τον Ειρηνικό Ωκεανό (αν στο επόμενο δείρει καρχαρίες, παίρνω πίσω ό,τι είπα).