Take a photo of a barcode or cover
divxalex 's review for:
Μαντάμ Μποβαρύ
by Gustave Flaubert
Η Έμμα -σύζυγος Σαρλ- Μποβαρί πλήττει. Κι όταν πλήττει, δύο τινά συμβαίνουν: μετατρέπει τον σύζυγό της σε τάρανδο και διογκώνει κρυφά το μέγεθος του οικογενειακού τους χρέους.
Ηθογραφία εποχής από τον Φλομπέρ, με ολοζώντανους και ρεαλιστικότατους χαρακτήρες και μάλιστα σχεδόν φεμινιστική, καθώς πρωταγωνίστρια είναι μια γυναίκα με τα πάθη της (χωρίς ωστόσο αυτό να στρέφεται ενατίον του φύλου της).
Η Έμμα ανακαλύπτει νωρίς ότι η οικογενειακή της ζωή με τον Μποβαρί δεν την καλύπτει, της προκαλεί ανία και χρειάζεται διαξόδους. Οι "διέξοδοι" αυτές είναι ο καταναλωτισμός και οι εξωσυζυγικές σχέσεις (μάλλον λίγα πράγματα έχουν αλλάξει έκτοτε), οι οποίες ωστόσο δεν αργούν να τη φέρουν προ αδιεξόδων.
Αιχμηρή -και όχι ιδιαίτερα έμμεση- η κριτική του συγγραφέα σε διαχρονικές τάσεις αποδεικνύεται εξαιρετικά εύστοχη.
Στο τέλος, η Έμμα, δίνει μόνη της τη λύση στην αποκάλυψη της σαθρότητάς της (πέρα από τις εξωσυζυγικές της σχέσεις έχει εκποιήσει ως πληρεξουσία και μέρος της οικογενειακής περιουσίας ενώ η κατάσχεση είναι... intra portas) καταφεύγοντας στη ριζικότερη των λύσεων, δίνοντας μόνη τέρμα στη ζωή της. Ο αναγνώστης ας μην ελπίσει ότι η αυτοκτονία είναι προϊόν τύψεων ή μετανοίας, γιατί θα διαψευστεί οικτρά: Οι λόγοι είναι κατά βάση οικονομικοί, ενώ στο βάθος διαφαίνεται (αν και πραγματοποιείται μετά θάνατον) η αποκάλυψη των ερωτικών της περιπετειών.
Αναφέραμε καθόλου ότι το ζεύγος Μποβαρί έχει και ένα παιδί; Όχι ε; Υπάρχει λόγος γι' αυτό. Η Έμμα, σε όλη τη διάρκεια του βιβλίου αγνοεί σχεδόν εκ συστήματος το βλαστάρι της, έτοιμη μάλιστα να το σκάσει με έναν εραστή και να το αφήσει πίσω. Το παιδί είναι στην καλύτερη περίπτωση αξεσουάρ για την Έμμα και στη χειρότερη αποτέλεσμα κοινωνικής επιταγής (και μάλιστα... ληξιπρόθεσμης πλέον, καθώς ο γάμος της με τον Σαρλ είναι από πλευράς της κενός) και όχι αντικείμενο αγάπης.
Μέσα σε όλα αυτά, ο Φλομπέρ, έχει και ένα πραγματικά σαρκαστικό κομμάτι στην Παναγία των Παρισίων, όπου η Έμμα και ο νεαρός εραστής της καταδιώκονται από έναν ξεναγό που θέλει πάση θυσία να κάνει να αξίζουν τα λίγα χρήμματα που του έδωσαν -ελπίζοντας περισσότερο στη διακριτικότητά του και λιγότερο (βλέπε "καθόλου") σε μια αξιοπρεπή ξενάγηση. Ακόμη και τη στιγμή που τρέπονται σε φυγή για να αποφύγουν τις λεπτομερείς του περιγραφές και εξιστορήσεις, ο ξεναγός τους καλεί να βγουν από την άλλη έξοδο "για να θαυμάσουν επίσης"...
Η πλοκή δεν απογειώνεται πουθενά και ίσως να φανεί στον αναγνώστη μερικές φορές ότι πελαγοδρομεί, αλλά θα του θυμίσω ότι τότε τα περισσότερα μυθιστορήματα γράφονταν σε συνέχειες που δημοσιεύονταν σε εφημερίδες. Ωστόσο, παρ' όλ' αυτά παραμένει διαρκώς ζωντανή (σε αντίθεση με... την ίδια τη Μποβαρί) και δεν θα κουράσει ούτε θα αποκαρδιώσει ακόμη και τον εθισμένο στη μετανεωτερική λογοτεχνία που απαιτεί άλλους ρυθμούς και μέσα έκφρασης.
Η Μαντάμ Μποβαρί είναι ίσως η πρώτη "Νοικοκυρά σε απόγνωση". Παγιδευμένη σε ένα γάμο που δεν την καλύπτει και δέσμια των παθών της, οδηγείται σχεδόν νομοτελειακά στην ίδια της την καταστροφή.
Ηθογραφία εποχής από τον Φλομπέρ, με ολοζώντανους και ρεαλιστικότατους χαρακτήρες και μάλιστα σχεδόν φεμινιστική, καθώς πρωταγωνίστρια είναι μια γυναίκα με τα πάθη της (χωρίς ωστόσο αυτό να στρέφεται ενατίον του φύλου της).
Η Έμμα ανακαλύπτει νωρίς ότι η οικογενειακή της ζωή με τον Μποβαρί δεν την καλύπτει, της προκαλεί ανία και χρειάζεται διαξόδους. Οι "διέξοδοι" αυτές είναι ο καταναλωτισμός και οι εξωσυζυγικές σχέσεις (μάλλον λίγα πράγματα έχουν αλλάξει έκτοτε), οι οποίες ωστόσο δεν αργούν να τη φέρουν προ αδιεξόδων.
Αιχμηρή -και όχι ιδιαίτερα έμμεση- η κριτική του συγγραφέα σε διαχρονικές τάσεις αποδεικνύεται εξαιρετικά εύστοχη.
Στο τέλος, η Έμμα, δίνει μόνη της τη λύση στην αποκάλυψη της σαθρότητάς της (πέρα από τις εξωσυζυγικές της σχέσεις έχει εκποιήσει ως πληρεξουσία και μέρος της οικογενειακής περιουσίας ενώ η κατάσχεση είναι... intra portas) καταφεύγοντας στη ριζικότερη των λύσεων, δίνοντας μόνη τέρμα στη ζωή της. Ο αναγνώστης ας μην ελπίσει ότι η αυτοκτονία είναι προϊόν τύψεων ή μετανοίας, γιατί θα διαψευστεί οικτρά: Οι λόγοι είναι κατά βάση οικονομικοί, ενώ στο βάθος διαφαίνεται (αν και πραγματοποιείται μετά θάνατον) η αποκάλυψη των ερωτικών της περιπετειών.
Αναφέραμε καθόλου ότι το ζεύγος Μποβαρί έχει και ένα παιδί; Όχι ε; Υπάρχει λόγος γι' αυτό. Η Έμμα, σε όλη τη διάρκεια του βιβλίου αγνοεί σχεδόν εκ συστήματος το βλαστάρι της, έτοιμη μάλιστα να το σκάσει με έναν εραστή και να το αφήσει πίσω. Το παιδί είναι στην καλύτερη περίπτωση αξεσουάρ για την Έμμα και στη χειρότερη αποτέλεσμα κοινωνικής επιταγής (και μάλιστα... ληξιπρόθεσμης πλέον, καθώς ο γάμος της με τον Σαρλ είναι από πλευράς της κενός) και όχι αντικείμενο αγάπης.
Μέσα σε όλα αυτά, ο Φλομπέρ, έχει και ένα πραγματικά σαρκαστικό κομμάτι στην Παναγία των Παρισίων, όπου η Έμμα και ο νεαρός εραστής της καταδιώκονται από έναν ξεναγό που θέλει πάση θυσία να κάνει να αξίζουν τα λίγα χρήμματα που του έδωσαν -ελπίζοντας περισσότερο στη διακριτικότητά του και λιγότερο (βλέπε "καθόλου") σε μια αξιοπρεπή ξενάγηση. Ακόμη και τη στιγμή που τρέπονται σε φυγή για να αποφύγουν τις λεπτομερείς του περιγραφές και εξιστορήσεις, ο ξεναγός τους καλεί να βγουν από την άλλη έξοδο "για να θαυμάσουν επίσης"...
Η πλοκή δεν απογειώνεται πουθενά και ίσως να φανεί στον αναγνώστη μερικές φορές ότι πελαγοδρομεί, αλλά θα του θυμίσω ότι τότε τα περισσότερα μυθιστορήματα γράφονταν σε συνέχειες που δημοσιεύονταν σε εφημερίδες. Ωστόσο, παρ' όλ' αυτά παραμένει διαρκώς ζωντανή (σε αντίθεση με... την ίδια τη Μποβαρί) και δεν θα κουράσει ούτε θα αποκαρδιώσει ακόμη και τον εθισμένο στη μετανεωτερική λογοτεχνία που απαιτεί άλλους ρυθμούς και μέσα έκφρασης.
Η Μαντάμ Μποβαρί είναι ίσως η πρώτη "Νοικοκυρά σε απόγνωση". Παγιδευμένη σε ένα γάμο που δεν την καλύπτει και δέσμια των παθών της, οδηγείται σχεδόν νομοτελειακά στην ίδια της την καταστροφή.